Η οδός Δημητρίου Γούναρη, στον Πειραιά, που «εκβάλλει» στο λιμάνι. |
Ο Πέτρος Ματζάκος (Νάξος, 1960) έκανε πολλές βόλτες στην..... πρωτεύουσα και τα περίχωρά της. Εδώ και ένα χρόνο, «ξεκινάω –άλλοτε πολύ πρωί άλλοτε απόγευμα– και οργώνω την Αθήνα», όπως περιγράφει ο ίδιος κατά τη συνάντησή μας, την περασμένη Κυριακή, στον χώρο της έκθεσης, στην γκαλερί Genesis. Ο ζωγράφος, που έμαθε υπό τις φτερούγες του Μυταρά στην ΑΣΚΤ, έχει επιλέξει να απεικονίσει την «άσχημη», όπως λέει ο ίδιος, Αθήνα. Εργοστάσια και μάντρες στον Βοτανικό, γέφυρες λεωφόρων, κορυφογραμμές της πολυκατοικίας της αντιπαροχής, ο Πειραιάς, λίγη Θεσσαλονίκη και πολύ μπετόν.
Επί όλων αυτών, οι υποφωτισμένοι ορίζοντες. Το πολυτραγουδισμένο αττικό φως δεν είναι παρόν στις «Ανθρώπων πόλεις». «Προτιμώ τις πολύ πρωινές ώρες και τις απογευματινές, όταν σπάει το φως. Το μεσημεριανό φως της Αθήνας ισοπεδώνει επιφάνειες, χρώματα, ορίζοντες, φιγούρες. Δεν το αντέχω», αναφέρει ο ζωγράφος.
Αυτό το αθηναϊκό ημίφως του Πέτρου Ματζάκου, με τις τέμπερες και τα λάδια που χρησιμοποιούνται για να δείξουν ό,τι αφήνει πίσω του ένα ψιλόβροχο, μου θύμισε τις «Αστυγραφίες» του Αντώνη Στάβερη, του 2016.
Ο Στάβερης, με λάδι κι εκείνος, ανασύστησε ένα γνώριμο μεν αλλά υποφωτισμένο, συχνά νυκτερινό, υγρό τοπίο. Ισως οι δυο τους συνομιλούν, αν και όχι από την ίδια όχθη: το υγρό στοιχείο του Στάβερη είναι βαρύ και ασήκωτο, ενώ του Ματζάκου έχει διαρκή «κίνηση». «Αυτή η κίνηση, με την οποία πάλλεται η πόλη, με ενδιαφέρει πολύ», λέει ο Ματζάκος.
Στην προβοκατόρικη ερώτηση «γιατί όχι φωτογραφία;» ο ζωγράφος απαντά: «Για να έχω τα δικά μου χρώματα, το φως που θέλω εγώ. Εχω... ψηλώσει τον πύργο του Πειραιά, έχω... μεταφέρει κτίρια στα Πατήσια – αυτό μου δίνει η ζωγραφική μου, την ελευθερία να ξαναφανταστώ την πόλη. Κι ας μην έχω “καθαρές” γραμμές όπως μια φωτογραφία. Η αίσθηση είναι το ζητούμενό μου».
Πέτρος Ματζάκος, «Ανθρώπων πόλεις». Γκαλερί Genesis. Χάρητος 35, Κολωνάκι. Εως τις 9 Δεκεμβρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου