Όλοι μιλούν για τον υψηλό βαθμό ανεργίας ωστόσο λίγοι αναφέρονται σε όσους έχουν ακόμα εργασία (εάν και οι θέσεις εργασίας θα μειώνονται διαρκώς όπως ανέφερα στο κείμενο μουΤεχνητή Νοημοσύνη και το Τέλος της Εργασίας) και είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται σε ένα παρενοχλητικό, κακοποιητικό και.... τοξικό επαγγελματικό περιβάλλον. Πλανάται, δε, αλλά και καλλιεργείται ένα ενοχικό συναίσθημα σε συνδυασμό με την υποταγή στην κακοποίηση του τύπου "ε, αφού έχεις δουλειά, μην μιλάς καθόλου, δεν βλέπεις που οι άλλοι πεινάνε;". Το συναίσθημα αυτό βέβαια δεν βασίζεται σε καμία λογική γιατί όσοι εργάζονται παράγουν έργο και δεν τους έχει κάνει χάρη κανένας. Στη χρήση όμως του φόβου ως εργαλείου χειραγώγησης και υποταγής έχωαναφερθεί πολλές φορές.
Η κρίση έχει εντείνει την ψυχολογική βία στις επιχειρήσεις και στους οργανισμούς. Στην Ελλάδα το φαινόμενο αυτό έχει πλέον μόνιμο χαρακτήρα. Σε έρευνα που έγινε το 2007 από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών μόνο το 1,2% των ατόμων που συμμετείχαν δεν είχαν πέσει ποτέ θύματα εργασιακής ψυχολογικής βίας.
Σε ένα τοξικό επαγγελματικό περιβάλλον, οι ικανοί και ταλαντούχοι εργαζόμενοι στοχοποιούνται από τους ανασφαλείς και είναι προφανές ότι η διοίκηση της επιχείρησης φέρει μεγάλη ευθύνη για τη δημιουργία αυτών των κακοποιητικών συμπεριφορών. Τα προβλήματα που δημιουργούνται για τον οργανισμό είναι μείωση της παραγωγικότητας, προβλήματα υγείας των εργαζόμενων αλλά και νομικά έξοδα.
Στο τοξικό περιβάλλον επικρατούν ο φόβος, το κουτσομπολιό, τα εχθρικά ηλεκτρονικά μηνύματα, τα κακόβουλα και υπαινικτικά σχόλια, η συκοφαντία, η απομόνωση του ατόμου, τα εσκεμμένα εμπόδια στην εργασία, οι απειλές, η στέρηση εκπαίδευσης και αδειών, η απόκρυψη σημαντικής πληροφορίας, η σκόπιμα λανθασμένη πληροφόρηση, η παραβίαση της ιδιωτικότητας του ατόμου, τα προσβλητικά "αστεία", η υποτίμηση, οι φωνές, ο εσκεμμένα υπερβολικός φόρος εργασίας, η χωρίς λόγο τιμωρία και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και η σωματική βία.
Αυτός που ασκεί αυτού του τύπου τις συμπεριφορές (ο παρενοχλούντας) εκλαμβάνει ακόμα και τις πιο αθώες πράξεις των συναδέρφων του ως απειλητικές για τον ίδιο/α και προσπαθεί να αμυνθεί ασκώντας τρομοκρατία. Η συμπεριφορά του είναι ναρκισσιστική, φθονερή, εγωϊστική και αναίσθητη, φοβάται,δε,όπως προαναφέρθηκε τους πιο ικανούς από αυτόν. Όταν γίνει αντιληπτός, προσπαθεί, ως χαμαιλέων, να κρύψει τη συμπεριφορά του προκαλώντας τη συμπάθεια και κατηγορώντας τον άλλο ως υπαίτιο – συμπεριφορά που είναι ιδιαίτερα σύνηθης για τις γυναίκες που παρενοχλούν.
Κάποιοι κατηγοριοποιούν τους παρενοχλούντες ως εξής: Έχουμε αυτόν που ασκεί συνεχή κριτική, είναι αρνητικός και παραπονιέται συνέχεια. Συνήθως οι διευθυντές τον/την αγαπάνε γιατί αναγκάζει τους εργαζόμενους να δουλεύουν πολύ. Οι τακτικές που χρησιμοποιεί είναι οι φωνές, οι προσβολές, οι επιθετικές ματιές, κατηγορεί τους άλλους για λάθη και ποτέ δεν παραδέχεται τα λάθη του.
Ο άλλος τύπος είναι το διπρόσωπο φίδι. Το φίδι είναι κακό και πονηρό. Όταν στοχοποιεί κάποιον φροντίζει να μην του δίνει τους απαραίτητους πόρους και εκπαίδευση για να κάνει τη δουλειά του, του αναθέτει ανούσια και προσβλητικά καθήκοντα για να τον/την τιμωρήσει, είναι αναιδές και κάνει επιθετικές παρατηρήσεις στον στόχο ενώ στους άλλους παρουσιάζεται ως λογικός, μοιράζεται τα προσωπικά στοιχεία του στόχου με τους ανώτερους αλλά και με τους συναδέρφους του, μπορεί να συκοφαντεί τον στόχο με απώτερο σκοπό να καταστρέψει την καριέρα του και θέλει να παίρνει τα εύσημα για τη δουλειά που έχουν κάνει οι άλλοι.
Άλλος τύπος είναι ο φωνακλάς που με τις φωνές και την επιθετική συμπεριφορά προσπαθεί να τρομοκρατήσει ακόμα και να απειλήσει τους άλλους. Ο ελεγκτικός προσπαθεί να ελέγξει τους άλλους με τη δύναμή του και δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να ασκεί έλεγχο. Συνηθισμένες του συμπεριφορές είναι η παντελής έλλειψη ενσυναίσθησης, η διάδοση φημών, η απόκρυψη σημαντικής πληροφορίας, η υπόθαλψη των άλλων πίσω από την πλάτη τους ακόμα και η καταστροφή προσωπικής περιουσίας.
Ο φύλακας είναι ένας άλλος τύπος που είναι μανιακός με το να ασκεί έλεγχο και μερικές από τις τακτικές που ακολουθεί είναι η απομόνωση του θύματος μέσω της διακοπής της επικοινωνίας (μη αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων, δεν απαντά στα τηλέφωνα κοκ). Ο παρενοχλών κατά λάθος χρησιμοποιεί άστοχα σχόλια συνήθως προσβλητικά προσωπικά ή σεξιστικά σχόλια και δεν έχει επιμονή. Δεν καταλαβαίνει ότι παρενοχλεί τους άλλους και όταν κάποιος του αναφέρει ότι η συμπεριφορά του είναι προσβλητική τότε ζητά συγνώμη. Ο τύπος αυτός δεν έχει κοινωνικές δεξιότητες, είναι άγαρμπος αλλά μόλις τις μάθει τότε η συμπεριφορά του αυτόματα βελτιώνεται.
Ο χειρότερος τύπος φιδιού – παρενοχλούντα είναι ο χρόνιος. Πάντα στοχοποιεί κάποιον και προσπαθεί να κυριαρχήσει στους άλλους με κάθε τρόπο, όπου και εάν βρίσκεται. Βρίσκει πάντα ελαττώματα στους άλλους αλλά στην ουσία κάνει προβολή των δικών του ελαττωμάτων. Επιτίθεται συνέχεια, κάτι που έχει μάθει να κάνει από την παιδική του ηλικία. Προκαλεί φόβο, υποτιμά, εξευτελίζει, απειλεί με σκοπό τον έλεγχο του στόχου του. Θεωρεί ότι όλοι του επιτίθενται και αναζητά συνέχεια εκδίκηση. Έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και ορισμένοι από αυτούς έχουν σοβαρή διαταραχή της προσωπικότητας.
Ο κατ’εξακολούθηση παρενοχλούντας έχει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά και είναι αυτός που έχει παρενοχλήσει, παρενοχλεί και θα παρενοχλήσει στο μέλλον. Για να τον εντοπίσει κάποιος θα πρέπει να δει πόσοι υφιστάμενοί του έχουν φύγει ξαφνικά, είχαν σοβαρά προβλήματα υγείας, είχαν πειθαρχικά ή νομικά θέματα ή βγήκαν σε πρόωρη συνταξιοδότηση. Συχνά βρίσκεται σε θέσεις εξουσίας που όμως δεν απαιτούν ηγετικές ικανότητες ή ικανότητες ενσυναίσθησης.
Ο ναρκισσιστής παρενοχλεί τους υφισταμένους του, έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και είναι ανήθικος. Η συμπεριφορά του έχει διαμορφωθεί από την παιδική του ηλικία με κύριους υπεύθυνους τους γονείς.
Η συμπεριφορά του παρενοχλούντα, ανεξαρτήτως κατηγορίας, χωρίζεται σε δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο επιλέγει το στόχο και προσπαθεί να ασκήσει έλεγχο. Στο δεύτερο στάδιοαντιλαμβανόμενος ότι δεν μπορεί να ασκήσει ολοκληρωτικό έλεγχοπροσπαθεί να εξοντώσει τον στόχο. Αυτό συμβαίνει όταν ο στόχος αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται ή όταν ο στόχος επαναστατεί και αντεπιτίθεται. Τότε προσπαθεί να εξοντώσει τον συγκεκριμένο στόχο πριν επιλέξει κάποιον άλλο. Αυτού του τύπου η συμπεριφορά δεν γίνεται αντιληπτή από την εργοδοσία γιατί ο στόχος συνήθως βρίσκει μία άλλη θέση εργασίας.
Ο παρενοχλούντας δεν βασανίζει τον οποιονδήποτε αλλά η επιλογή του στόχου του εξαρτάται από το επίπεδο αυτοεκτίμησης που έχει (εάν και κατ’άλλους η αιτία δεν είναι η χαμηλή αυτοεκτίμηση αλλά ηεσωτερικευμένη ντροπή), τη θέση του στον οργανισμό, τη δυνατότητα αποφυγής τιμωρίας για τη συμπεριφορά του, την αντίσταση του στόχου και την προσωπικότητα του στόχου.
Ο παρενοχλούντας κατηγορεί ψευδώς τον στόχο ότι είναι αντικοινωνικός, ότι δεν συνεργάζεται καλά με τους άλλους, ότι ήταν λάθος η επιλογή του ως εργαζόμενου κτλ. Συνήθως οι στόχοι είναι άτομα που είναι ικανά, έξυπνα, δημιουργικά, με ακέραιο χαρακτήρα, με ομαδικό πνεύμα, επιτεύγματα και αφοσίωση. Ο παρενοχλούντας τα ζηλεύει γιατί αντιλαμβάνεται τη δική του έλλειψη ικανότητας.
Είναι προφανές ότι οι παρενοχλούντες δεν θα υφίσταντο εάν το εργασιακό περιβάλλον ήταν υγιές. Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί οργανισμοί/επιχειρήσεις ανέχονται αυτή τη συμπεριφορά η οποία μετά γίνεται μέρος της οργανωσιακής κουλτούρας δηλαδή η παρενόχληση πλέον γίνεται ανεκτή και θεωρείται σύνηθες φαινόμενο.
Οι συνάδερφοι του θύματος δεν είναι αμέτοχοι όταν παραμένουν σιωπηλοί μάρτυρες αλλά κατ’αυτό τον τρόπο (μέσω της παθητικής σιωπής) υποστηρίζουν τον παρενοχλούντα. Σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και οι ίδιοι οι συνάδερφοι συμμετέχουν πιο ενεργά στην παρενόχληση απομονώνοντας τον στόχο από κοινωνικές συναναστροφές.
Σύμφωνα με έρευνες, οι παρενοχλούντες ευδοκιμούν σε ένα περιβάλλον που χρησιμοποιεί την ιεραρχία ως τρόπο επιβολής της δύναμης και θέτει τα έτη προϋπηρεσίας και όχι την απόδοση ως στοιχείο προαγωγής. Η αυστηρή ιεραρχία ευνοεί και τον αυταρχικό τρόπο συμπεριφοράς. Συνήθως οι παρενοχλούντες σπέρνουν την καταστροφή αλλά παραμένουν ατιμώρητοι για πολλά χρόνια ενώ μόλις αντιληφθούν ότι μπορεί να αντιμετωπίσουν κάποια τιμωρία αλλάζουν θέση εργασίας και ξαναρχίζουν τα ίδια από την αρχή.
Στο σημείο αυτό είναι άκρως ενδιαφέρουσα η παρατήρηση των Κοϊνη και Σαρίδη που υποστηρίζουν ότι η παρενόχληση στο δημόσιο τομέα μπορεί να είναι χρόνια γιατί τα άτομα που την ασκούν δεν μπορούν να απολυθούν παρά μόνο εάν έχουν υποπέσει σε σοβαρό παράπτωμα και έτσι αδιαφορούν για τη συμπεριφορά και το ήθος τους. Πολλές φορές σημειώνεται και κατάχρηση εξουσίας υπό την έννοια ότι οι διευθυντές αποφασίζουν να αναθέσουν καθήκοντα σε εργαζόμενους χωρίς να γνωρίζουν ούτε τις ικανότητες των εργαζομένων ούτε τον τρόπο που διεκπεραιώνεται μία εργασία. Η ασάφεια επίσης των καθηκόντων στο δημόσιο τομέα δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Τα οργανωτικά προβλήματα δε του δημοσίου τομέα πυροδοτούν συγκρούσεις και την εξεύρεση «μαύρων προβάτων» ήτοι εργαζόμενων που στιγματίζονται και γίνονται τα εξιλαστήρια θύματα.
Ως εκ τούτου, οι μέθοδοι της παρενόχλησης στο δημόσιο τομέα είναι περισσότερο ολέθριες και έχουν δραµατικά αποτελέσµατα στην υγεία αλλά και στην προσωπικότητα των θυµάτων» κάτι που ενδυναμώνεται από το γεγονός ότι τα θύματα λόγω της μονιμότητας της θέσης εργασίας δεν μπορούν εύκολα να αποχωρήσουν. Στην Ελλάδα, η σωστή εφαρμογή του νόμου της κινητικότητας μπορεί να βοηθήσει στην έστω μερική επίλυση του προβλήματος και έτσι τα θύματα να μπορούν να διαφύγουν. Είναι τελείως όμως λανθασμένη η εντύπωση ότι η άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων θα οδηγήσει και στην τιμωρία των παρενοχλούντων γιατί αντίθετα έχει αποδειχτεί ότι αυτοί που φεύγουν είναι τα θύματα και όχι οι θύτες.
Η παρενόχληση στον ιδιωτικό τομέα είναι πιο βίαιη αλλά και πιο σύντομη γιατί το άτομο αποχωρεί, συνήθως μέσω απόλυσης γιατί όπως προαναφέρθηκε αυτοί που φεύγουν είναι τα θύματα.
Η λύση για μείωση αυτής της συμπεριφοράς θα ήταν η δημιουργία ενός ειρηνικού και παραγωγικού περιβάλλοντος όπου τα άτομα θα ήταν ευχαριστημένα από την εργασία τους, τα εργασιακά καθήκοντα θα ήταν ποιοτικά, η γραφειοκρατία λίγη και θα υπήρχε μεγαλύτερη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων. Σημαντική είναι επίσης και η ενημέρωση των εργαζόμενων για το θέμα, η συστηματική παρακολούθηση και συλλογή στοιχείων, η αναδιοργάνωση του καταμερισμού της εργασίας και της κατανομής ευθυνών ειδικότερα στο δημόσιο τομέα όπου η έλλειψη κανόνων και ευθυνών προκαλεί κατάχρηση εξουσίας. Οι εργαζόμενοι, δε, θα πρέπει ομαδικά να καταγγέλλουν τα περιστατικά αυτά και όχι να τα υποθάλπουν μέσω της σιωπής τους, όπως έχω τονίσει και σε άλλα μου κείμενα, μόνο με τη συλλογικότητα επιτυγχάνονται οι αλλαγές προς το καλύτερο. Νούμερο ένα όμως είναι η πλήρης απαλλαγή του οργανισμού από τα φίδια με κουστούμια.
Σε εθνικό επίπεδο θα πρέπει η νομοθεσία για την παρενόχληση και την ψυχολογική κακομεταχείριση να είναι πιο εκτεταμένη γιατί ενώ οι διακρίσεις στον χώρο εργασίας απαγορεύονται, εν τούτοις η ψυχολογική βία δεν έχει επαρκή νομική αντιμετώπιση.
Η ψυχολογική βία και παρενόχληση στον εργασιακό χώρο είναι όμως ένα κοινωνικό φαινόμενο διαρκείας που προκαλεί σοβαρά ερωτήματα τόσο για τη διαμόρφωση του εργασιακού περιβάλλοντος όσο και της κοινωνίας. Θα μπορέσει ο άνθρωπος να δημιουργήσει ένα ποιοτικότερο εργασιακό περιβάλλον ή είναι πλέον τόσο αλλοτριωμένος που πλέον η βία αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητάς του και ως εκ τούτου την αποδέχεται πλήρως; Η πλήρης αποδοχή της βίας όμως θα οδηγήσει και ήδη οδηγεί και σε απόλυτο απολυταρχισμό. Μήπως αυτό τελικά επιθυμεί ο άνθρωπος ή υπάρχουν ακόμα υγιή κύτταρα που επιζητούν την ελευθερία και μια καλύτερη κοινωνία;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου